- ἀντιδιατίθημι
- ἀντι-δια-τίθημι, dagegen feststellen; j-n zur Vergeltung in eine Lage versetzen
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
αντιδιατίθημι — ἀντιδιατίθημι (AM) 1. ανταποδίδω τα ίσα σε κάποιον αρχ. 1. προβάλλω αντίσταση 2. οι αντιδιατιθέμενοι αυτοί που διάκεινται μεταξύ τους εχθρικά … Dictionary of Greek